Ταλαιπωρία δίχως τέλος για ασθενείς, ΑμεΑ και άτομα με κινητικά προβλήματα, τα οποία αντιμετωπίζουν προβλήματα πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας. Ιατρεία, χημεία, ακτινοδιαγνωστικά κέντρα δεν είναι προσβάσιμα στην ομάδα αυτή των ασθενών. Κάποια βρίσκονται σε παλιά κτήρια χωρίς ασανσέρ, ράμπες και όλα τα απαραίτητα που καθιστούν δυνατή την πρόσβαση όλων των ασθενών. Κάποια άλλα δεν διαθέτουν ιατρικό εξοπλισμό που να είναι προσβάσιμος σε όλους τους ασθενείς, όπως για παράδειγμα ειδικό εξεταστικό κρεβάτι. To συγκεκριμένο ζήτημα αναδείχθηκε εδώ και αρκετό καιρό, με τους ασθενείς να φωνάζουν για αδράνεια από πλευράς των αρμόδιων φορέων. Σχετικές συστάσεις έγιναν μάλιστα προς τον Οργανισμό Ασφάλισης Υγείας (ΟΑΥ) και το Υπουργείο Υγείας, από την Επίτροπο Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Μαρία Στυλιανού-Λοττίδου, η οποία, λόγω των καθυστερήσεων που σημειώθηκαν από πλευράς των αρμόδιων στη λήψη μέτρων, τον Ιούλιο του 2023 εξέδωσε δεσμευτική σύσταση προς τους δύο φορείς. Σήμερα ελάχιστα από όλα όσα υπέδειξε στο υπουργείο και στον ΟΑΥ η επίτροπος έχουν γίνει, με την ταλαιπωρία των ασθενών να συνεχίζεται.
Οι συστάσεις Λοττίδου
Μεταξύ άλλων στη σύστασή της η κ. Λοττίδου ανέφερε ότι πρέπει το Υπουργείο Υγείας, «μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου 2023 το αργότερο, να ετοιμάσει, σε συνεννόηση και συνεργασία με τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των ατόμων με αναπηρία, κατάλογο με τα κριτήρια/απαιτήσεις και τις προδιαγραφές προσβασιμότητας που θα πρέπει να πληρούν οι εγκαταστάσεις/υποστατικά και ο εξοπλισμός των ιδιωτικών νοσηλευτηρίων και να τον προωθήσει στον ΟΑΥ», ενώ για τον ΟΑΥ σημείωνε ότι ο οργανισμός οφείλει «να ενημερώσει όλους τους συμβεβλημένους παρόχους υπηρεσιών φροντίδας υγείας ότι εντός σύντομου χρονικού διαστήματος, ενδεχομένως δύο-τριών μηνών, θα ξεκινήσει μεταβατική περίοδος δώδεκα (το μέγιστο) μηνών, εντός της οποίας θα πρέπει να προχωρήσουν στις αναγκαίες ενέργειες για να καταστεί δυνατή η ανανέωση των συμβολαίων τους». Αξίζει να σημειωθεί ότι η σύσταση της επιτρόπου είναι δεσμευτική, γεγονός που συνεπάγεται ότι το γραφείο της επιτρόπου θα πρέπει να ζητήσει αιτιολόγηση γιατί ακόμη δεν υλοποιήθηκε η σύσταση και ακολούθως θα προχωρήσει (βάσει νομοθεσίας) σε δημοσίευση της μη συμμόρφωσης στην Επίσημη Εεφημερίδα της κυβέρνησης ή και σε πρόστιμα.
Τα γεγονότα
Όπως είναι σε θέση να γνωρίζει ο «Π», τα γεγονότα από την έκδοση της δεσμευτικής σύστασης της επιτρόπου μέχρι σήμερα έχουν εν συντομία ως εξής:
- Τον Οκτώβριο του 2023 στάλθηκε από το γραφείο της επιτρόπου επιστολή σε ΟΑΥ και Υπουργείο Υγείας, μέσα από την οποία ζητήθηκε από τους αρμόδιους να ενημερώσουν για το πού βρίσκεται το όλο θέμα.
- Τον ίδιο μήνα το Υπουργείο Υγείας ετοίμασε ενδεικτικό κατάλογο με τα κριτήρια, τον οποίο απέστειλε στις οργανώσεις ΟΠΑΚ και ΚΥΣΟΑ, ζητώντας τους να καταθέσουν τις θέσεις τους, προκειμένου να καταλήξουν στον τελικό κατάλογο των κριτηρίων.
- Κατά τη διαδικασία ετοιμασίας του καταλόγου κριτηρίων, διαπιστώθηκε ότι ο περί Οδών και Οικοδομών Νόμος του Υπουργείου Εσωτερικών καθορίζει μεταξύ άλλων και τα ελάχιστα κριτήρια για ΑμεΑ στα νοσηλευτήρια. Για τον λόγο αυτόν, προχώρησε στην ετοιμασία ορισμένων επί μέρους κριτηρίων, τα οποία απέστειλε στον ΟΑΥ και συμπεριέλαβε τα σημεία του νόμου περί οδών και οικοδομών που αφορούν τα νοσηλευτήρια.
- Τον Δεκέμβριο, ο ΟΑΥ αποτάθηκε στο Υπουργείο Υγείας ζητώντας ενημέρωση για τον τελικό κατάλογο με τα κριτήρια, με σκοπό να προστεθεί ο όρος στις νέες συμβάσεις που θα υπέγραφε ο οργανισμός με τους γιατρούς. Το υπουργείο, όπως ενημερωθήκαμε, καθυστέρησε να αποστείλει τον ΟΑΥ τον κατάλογο, στον οποίο υπάρχουν, από ό,τι φαίνεται, και αρκετές ασάφειες, ενώ είχε προκύψει και ζήτημα αναφορικά με τους ελέγχους της τήρησης των κριτηρίων.
Μετά την ανταλλαγή επιστολών μεταξύ ΟΑΥ και Υπουργείου Υγείας, και με το ζήτημα να μην επιλύεται, τον περασμένο Μάιο ο γενικός διευθυντής του ΟΑΥ, Αντρέας Παπακωνσταντίνου, πραγματοποίησε συνάντηση με εκπροσώπους των οργανωμένων ασθενών, κατά τη διάρκεια της οποίας τους ζητήθηκε όπως από τον κατάλογο των κριτηρίων που έδωσε το υπουργείο στον ΟΑΥ ορίσουν ποια είναι τα κριτήρια τα οποία θα πρέπει να τεθούν σε προτεραιότητα και για ποια θα πρέπει να δοθεί μεταβατική περίοδος στους παρόχους προκειμένου να προβούν στις απαραίτητες αλλαγές.
Οι ευθύνες του υπουργείου
Όπως ανέφερε σε δηλώσεις του στον «Π» ο πρόεδρος της Οργάνωσης Παραπληγικών Κύπρου (ΟΠΑΚ) Δημήτρης Λαμπριανίδης, μετά τη συνάντηση με τον ΟΑΥ, «έχουμε αρχίσει να μελετάμε τα κριτήρια που μας προώθησε ο οργανισμός και εντός των επόμενων ημερών θα είμαστε σε θέση να καταθέσουμε και να συζητήσουμε την τελική μας πρόταση με τον οργανισμό». Αναφερόμενος στο γιατί σημειώθηκε όλη αυτή η καθυστέρηση, με αποτέλεσμα έναν χρόνο μετά και τη σύσταση της επιτρόπου να μην έχει γίνει καμία ουσιαστική αλλαγή, ο κ. Λαμπριανίδης εξήγησε ότι σημαντικό μερίδιο ευθύνης φέρει το Υπουργείο Υγείας. Κατά τον πρόεδρο της ΟΠΑΚ, το υπουργείο καθυστέρησε αλλά και δεν ασχολήθηκε σε ικανοποιητικό βαθμό με το ζήτημα. «Έστειλαν έναν κατάλογο στον ΟΑΥ και από εκεί και πέρα το άφησαν στον οργανισμό το ζήτημα. Από ό,τι φαίνεται, αδυνατούν να καταλάβουν ότι ο ρόλος τους είναι να παράγουν πολιτική και να λαμβάνουν αποφάσεις, για το καλό των ασθενών, τις οποίες θα πρέπει να ελέγχουν κατά πόσο ο ΟΑΥ και ο κάθε ΟΑΥ ακολουθούν», τόνισε. Σημείωσε ακόμη ότι τα όσα αναφέρουν από πλευράς του υπουργείου για τον νόμο περί προσβασιμότητας στον οποίο εμπίπτουν και τα ιατρεία, στην προκειμένη περίπτωση, δεν αρκούν, υπογραμμίζοντας ότι «δεν μιλάμε απλά για πρόσβαση στο κτήριο αλλά για πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας. Μπορεί ένα ιατρείο να διαθέτει ράμπες και ασανσέρ αλλά να μην έχει τον απαραίτητο ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό, ο οποίος θα χρειαστεί προκειμένου να εξεταστεί ο ΑμεΑ ασθενής με ασφάλεια και σεβασμό. Το πιο απλό πράγμα, εξεταστικό κρεβάτι το οποίο να ανεβοκατεβαίνει για να μπορούν να ανέβουν σ’ αυτό και χρήστες τροχοκαθίσματος, ηλικιωμένοι και άτομα με κινητικά προβλήματα. Δεν έχουν όλα τα ιατρεία το ειδικό κρεβάτι». Συμπλήρωσε ότι ναι μεν τα περισσότερα ιατρεία σήμερα παρέχουν τις υπηρεσίες τους εντός του ΓεΣΥ, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τα ιατρεία που έμειναν εκτός συστήματος μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν και αυτός είναι και ο βασικός λόγος για τον οποίο θα πρέπει το υπουργείο να αναλάβει άμεσα δράση. «Δυστυχώς αυτό που διαπιστώνουμε είναι ότι δεν υπάρχει πολιτική βούληση από πλευράς του Υπουργείου Υγείας για να προχωρήσει το θέμα», ανέφερε καταληκτικά ο κ. Λαμπριανίδης.